Κυριακή 31 Αυγούστου 2008

Ιστολόγιο της ΠΕΘ

Με χαρά πληροφορηθήκαμε και ανακοινώνουμε την λειτουργία ιστοσελίδας από την (κεντρική) Πανελλήνια Ενωση Θεολόγων (Π.Ε.Θ.)

http://www.petheol.gr/

(Εις πολλά έτη!)


http://theologylar.blogspot.com/2008/08/blog-post_29.html

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2008

Για τα Θρησκευτικά, στο ραδιόφωνο

Εκπομπή στο Ρ/Σ της Ι. Μητρόπολης Λάρισας:

http://theologylar.blogspot.com/2008/08/blog-post_328.html

Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

Νέα εγκύκλιος για τα Θρησκευτικά


Εξελίξεις στο θέμα της απαλλαγής απ' τα Θρησκευτικά είχαμε με την έκδοση νέας εγκυκλίου του ΥΠΕΠΘ, βάσει της οποίας το εύρος της δυνατότητας απαλλαγής οριοθετείται "σε μη Ορθόδοξους, δηλ. αλλόθρησκους και ετερόδοξους μαθητές", ενώ ορίζεται ότι οι "μη Ορθόδοξοι" που θ' απαλλάσσονται θα παρακολουθούν άλλο μάθημα, σ' άλλο τμήμα της ίδιας τάξης:

http://theologylar.blogspot.com/2008/08/blog-post_26.html



Τετάρτη 20 Αυγούστου 2008

Ενδεκάχρονη η υποχρεωτική εκπαίδευση


ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ: ΟΛΕΣ ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ *





* Η Α’ Λυκείου νέα «τάξη μετάβασης» * Τα νέα δεδομένα για τη μετάβαση από την 11χρονη, πλέον, υποχρεωτική εκπαίδευση στην αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση - Τι πρέπει να γνωρίζουν μαθητές και γονείς – Τι σημαίνουν οι προτάσεις Βερέμη για 5χρονο Δημοτικό και 4χρονο Λύκειο


Του Χάρη Ανδρεόπουλου *
xaan@theo.auth.gr


Βάσει του Συντάγματος (άρθρο 16, παρ. 3) η υποχρεωτική εκπαίδευση καθορίζεται ως 9χρονης διάρκειας, νοουμένης ως τέτοιας της συνολικής διάρκειας φοιτήσεως στο δημοτικό σχολείο (6 χρόνια) και στο γυμνάσιο (3 χρόνια). Μέχρι πρότινος το καθεστώς αυτό της minimum 9χρονης φοίτησης ίσχυε για την μετάβαση από την υποχρεωτική (Γ’ Γυμνασίου) στην επαγγελματική εκπαίδευση, όπως αυτή λειτουργούσε με την μορφή των Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (Τ.Ε.Ε.) του ν. 2640/1998. Ωστόσο, με τον νόμο 3475/2006 του ΥΠΕΠΘ άλλαξαν τα δεδομένα τόσο στη δομή (οργάνωση και λειτουργία) της Β/βάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης, όσο και στο θέμα της αναγκαίας χρονικής διάρκειας της υποχρεωτικής εκπαίδευσης πριν την ένταξη στην Β/βάθμια επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία από 9χρονη «επιμηκύνθηκε» σε 10χρονη, καθώς τώρα για τη μετάβαση στην αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση απαιτείται τίτλος αποφοίτησης από την Α’ τάξη (οποιουδήποτε τύπου) Λυκείου.

Αν μάλιστα συνυπολογισθεί και η καθιέρωση της υποχρεωτικότητας για ετήσια φοίτηση στο Νηπιαγωγείο, όπως θεσπίσθηκε με τον ν. 3518/2006, αρθ. 73, τότε, συνολικά, ο χρόνος φοίτησης στην υποχρεωτική εκπαίδευση μεγενθύνεται στα ένδεκα (11) χρόνια! Τα οποία (μιλάμε πάντα για την υποχρεωτική εκπαίδευση) μπορεί στο μέλλον να μειωθούν σε δέκα (10) αν - και όποτε - ισχύσει η πρόταση που κατέθεσε προχθές ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ) κ. Θάνος Βερέμης («ΤΑ ΝΕΑ», 6/8/2008) για μείωση των ετών φοίτησης στο Δημοτικό (από τα 6 στα 5 χρόνια, με παράλληλη αύξηση της φοίτησης στο Λύκειο από τα 3 στα 4 χρόνια, με το τελευταία χρονιά ως «προπαρασκευαστικό» έτος για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και ΤΕΙ), αλλά μέχρι τότε θα ισχύει το καθεστώς της 11ετίας που διαμορφώνει ο προπερυσινός ν. 3475.

Με τον νόμο αυτό η Γ’ Γυμνασίου παύει πλέον ν’ αποτελεί την (όπως αποκαλείται στο αντίστοιχο βιβλίο του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού) «τάξη κλειδί», ή την «τάξη μετάβασης» σε άλλη εκπαιδευτική βαθμίδα (βλ. Γκιάστα Ιωαν. κ.α. βιβλίο Σ.Ε.Π. του Γυμνασίου, «Σχεδιάζοντας το επαγγελματικό μου μέλλον», εκδ. ΟΕΔΒ, σελ. 10), αλλά ένα προκαταρκτικό στάδιο για την νέα «τάξη μετάβασης» ή «τάξη – κλειδί», που ως τέτοια καθίσταται πλέον η Α’ Λυκείου. Αναλυτικότερα:

ΤΙ ΑΛΛΑΖΕΙ

Σύμφωνα με ν. 3475/2006 του υπ. Παιδείας επέρχονται ριζικές αλλαγές στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση: 1) Τα Ενιαία Λύκεια μετονομάζονται σε Γενικά Λύκεια, 2) Δημιουργούνται τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑΛ), 3) Καταργούνται τα ΤΕΕ και, 4) Δημιουργούνται οι Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑΣ).

Η δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση παρέχεται στα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑ.Λ), και τις Επαγγελματικές Σχολές (ΕΠΑ.Σ). Φυσικά, εξακολουθούν να λειτουργούν σε μεταγυμνασιακό επίπεδο και τα Εκκλησιαστικά, Μουσικά, Αθλητικά και Καλλιτεχνικά Λύκεια παρέχοντας στοιχεία επαγγελματικής κατάρτισης (π.χ. οι απόφοιτοι του Μουσικού Λυκείου αποκτούν πτυχία βυζαντινής, ευρωπαϊκής μουσικής, παραδοσιακών οργάνων, που αποτελούν τίτλους κατηγορίας ΔΕ - δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), στο πλαίσιο ωστόσο της γενικής εκπαίδευσης στην οποία υπάγονται, ενώ λειτουργούν και Ναυτικά Λύκεια, ως τομέας στα ΕΠΑΛ με ειδικότητες (βοηθών) πλοιάρχων και (βοηθών) μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού.

* Στα ΕΠΑΛ τα προγράμματα διδασκαλίας περιλαμβάνουν μαθήματα γενικής παιδείας, μαθήματα τεχνικά - επαγγελματικά και εργαστηριακές ασκήσεις. Στην Α’ τάξη, οι μαθητές παρακολουθούν τα κοινά μαθήματα και όλα τα μαθήματα του κύκλου που επιλέγουν. Στη Β’ παρακολουθούν τα κοινά μαθήματα και όλα τα μαθήματα ενός τομέα που επιλέγουν ενώ στην Γ’ τάξη παρακολουθούν τα μαθήματα της ειδικότητας που επιλέγουν και τα οριζόμενα για την ειδικότητα μαθήματα γενικής παιδείας. Στην Α΄ τάξη εγγράφονται οι κάτοχοι απολυτηρίου Γυμνασίου, χωρίς εξετάσεις. Στην Β΄ τάξη εγγράφονται οι προαγόμενοι στη Β΄ τάξη του Επαγγελματικού ή Γενικού Λυκείου και οι κάτοχοι πτυχίου Α΄ Κύκλου ΤΕΕ . Στη Γ΄ τάξη εγγράφονται οι προαγόμενοι από τη Β’ τάξη του ΕΠΑ.Λ. Οι προαγόμενοι στη Β΄ τάξη του Επαγγελματικού Λυκείου, μπορούν να εγγράφονται στη Β΄ τάξη του Γενικού Λυκείου. Οι απόφοιτοι των ΕΠΑ.Λ. αποκτούν και πτυχίο (επιπέδου 3) για να ασκήσουν επάγγελμα και απολυτήριο (ισότιμο του ΓΕ.Λ.) για να διεκδικήσουν την είσοδό τους στα ΑΕΙ και ΤΕΙ.

* Στις ΕΠΑ.Σ (οι οποίες λειτουργούν ως δομές του υπ. Παιδείας, αλλά και άλλων υπουργείων, όπως του Υγείας, του Γεωργίας, καθώς και στον Ο.Α.Ε.Δ.) προσφέρονται ειδικότητες που δεν απαιτούν θεωρητική υποστήριξη, αλλά επικεντρώνονται κυρίως στην πρακτική εξάσκηση, ώστε οι απόφοιτοί τους να εντάσσονται άμεσα στην αγορά εργασίας ως ειδικευμένοι τεχνίτες (επιπέδου 3, σαν «εργοδηγοί»). Η φοίτηση εδώ είναι διετής και περιλαμβάνει τις τάξεις Α΄ και Β΄ οι οποίες οργανώνονται σε τμήματα ειδικότητας. Στην Α΄ τάξη των ΕΠΑ.Σ εγγράφονται χωρίς εξετάσεις οι μαθητές που προάγονται στη Β΄ τάξη των Επαγγελματικών ή Γενικών Λυκείων.

Πρέπει να ξεκαθαρισθεί και συνειδητοποιηθεί ότι οι απόφοιτοι του Γυμνασίου δεν μπορούν να εγγραφούν κατ’ ευθείαν στις ΕΠΑ.Σ. Θα πρέπει πρώτα να περάσουν από την Α’ τάξη του ΕΠΑ.Λ (ή του ΓΕ.Λ)! Κάτι που σημαίνει ότι ουσιαστικά η λεγόμενη υποχρεωτική εκπαίδευση από 9χρονη έχει εξελιχθεί σε 10χρονη!

ΤΟ ΝΕΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Ο ν. 3475/2006 δημιουργεί νέο καθεστώς για τη μετάβαση από την υποχρεωτική στην αρχική και αμιγώς επαγγελματική εκπαίδευση (νοουμένης ως τέτοιας αυτής που παρέχεται στις ΕΠΑ.Σ., όπου το πρόγραμμα σπουδών περιλαμβάνει μαθήματα αμιγώς τεχνικοεπαγγελματικά και εργαστηριακές ασκήσεις, άρα επί της ουσίας θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για παροχή τεχνικής κατάρτισης). Στις πλέον σημαντικές διατάξεις του νέου νόμου συγκαταλέγεται, κατά τη γνώμη μας, εκείνη η οποία ορίζοντας τις προϋποθέσεις φοίτησης στη Β΄ τάξη του Λυκείου αμφοτέρων των τύπων (ΕΠΑΛ, ΓΕΛ) επί της ουσίας θεσμοθετεί και καθιερώνει την 10χρονη εκπαίδευση, καθώς στην εν λόγω διάταξη περί «Φοίτησης και εγγραφής στα ΕΠΑ.Λ.» ορίζεται ότι:

α) «Στη Β’ τάξη εγγράφονται οι προαγόμενοι στη Β΄ τάξη του Επαγγελματικού, ή – εναλλακτικά – του Γενικού Λυκείου», (ν. 3475/06, αρθ. 5. παρ. 2). Η εναλλακτική αυτή δυνατότητα, σύμφωνα με την εμπειρία μας το Γυμνάσιο – Λύκειο Αρμενίου, αξιοποιείται από αποφοίτους επαρχιακών Γυμνασίων, οι οποίοι ενώ σκοπεύουν να παρακολουθήσουν μελλοντικά σπουδές σε ΕΠΑ.Λ. ή ΕΠΑ.Σ., συνεχίζουν τη φοίτησή τους στο (αν υπάρχει, συνήθως συστεγαζόμενο) Γενικό Λύκειο, για λόγους οικονομικούς (επειδή ΕΠΑ.Λ. και ΕΠΑ.Σ. υπάρχουν μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα των νομών) και αφού περατώσουν τη φοίτησή τους στην Α’ τάξη ΓΕ.Λ. (του χωριού τους) τότε εγγράφονται στη Β’ τάξη ΕΠΑ.Λ. ή Α’ τάξη ΕΠΑ.Σ. της επιλογής τους (που συνήθως λειτουργούν στη πρωτεύουσα του νομού και άρα απαιτείται καθημερινή μετακίνηση).

β) «Οι προαγόμενοι στη Β΄τάξη του Επαγγελματικού Λυκείου μπορούν να εγγράφονται στη Β’ τάξη του Γενικού Λυκείου» (ν. 3475/06, αρθ. 5. παρ. 5).

Από τα παραπάνω προκύπτει σαφώς ότι καθιερώνεται πλέον μια αμφίδρομη σχέση κινητικότητας ανάμεσα στη γενική και τεχνική εκπαίδευση, στο επίπεδο της πρώτης (Α’) λυκειακής (αμφοτέρων των τύπων) τάξης, η οποία έτσι καθίσταται εκ των πραγμάτων η «τάξη μετάβασης» μετά από την οποία ακολουθεί ο δρόμος της οριστικής επιλογής:

α) είτε για συνέχιση περαιτέρω σπουδών μέσω δύο ισοτίμων σχολείων Β/βάθμιας εκπαίδευσης (ΓΕ.Λ, ΕΠΑ.Λ.) με μεσοπρόθεσμο μελλοντικό στόχο την εισαγωγή στη τριτοβάθμια (ΑΕΙ, ΤΕΙ) εκπαίδευση, ή,

β) τη συνέχιση σπουδών σε ΕΠΑ.Σ. με σκοπό την επαγγελματική εκπαίδευση σε κάποια ειδικότητα και μελλοντικό στόχο, όχι ανώτερες ή ανώτατες σπουδές, αλλά την είσοδο του πτυχιούχου της ΕΠΑ.Σ. στην αγορά εργασίας.

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΜΕΣΩ Σ.Ε.Π.

Οι παραπάνω αλλαγές παρά το γεγονός ότι παρήλθε διετία από τη ψήφιση του νόμου, όπως προκύπτει από την εμπειρία μας, δεν έγιναν ευρέως γνωστές, με αποτέλεσμα πολλοί μαθητές και γονείς να θεωρούν ότι και σήμερα ισχύει το καθεστώς της 9χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, μετά την ολοκλήρωση της οποίας ο μαθητής θα μπορεί να στραφεί στη επαγγελματική εκπαίδευση, όπως συνέβαινε μέχρι το 2006, οπότε όταν τελείωνε κάποιος το Γυμνάσιο μπορούσε, εάν το επιθυμούσε, να συνεχίσει στα λειτουργούντα τότε Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια (ΤΕΕ), σχολεία αμιγώς τεχνικά τα οποία θα μπορούσε να πεί κάποιος ότι αποτελούσαν τη προτύπωση των σημερινών ΕΠΑ.Σ. Θα πρέπει να γίνει σαφές – το ξανατονίζουμε - ότι σήμερα ο απόφοιτος Γυμνασίου δεν μπορεί να εγγραφεί απ’ ευθείας σε τεχνικό σχολείου τύπου ΤΕΕ, όπως είναι η ΕΠΑ.Σ. Αυτό που ισχύει σήμερα είναι ότι για να εγγραφεί κάποιος στις ΕΠΑ.Σ. θα πρέπει να ολοκληρώσει 10ετή κύκλο υποχρεωτικής εκπαίδευσης (6 χρόνια στο Δημοτικό, 3 στο Γυμνάσιο και την Α’ λυκειακή (ΓΕΛ, ή ΕΠΑ.Λ.) τάξη, όπως επιτάσσει η παρ. 1, του αρθ. 11 του ν. 3475/2006. Για τα παιδιά που γράφτηκαν στο Νηπιαγωγείο τη σχολική χρονιά 2007 – 2008 (χρονιά από την οποία ίσχυσε η υποχρεωτική φοίτηση), αυτός ο κύκλος - της υποχρεωτικής εκπαίδευσης - θα έχει ενδεκάχρονη (11) διάρκεια

* Επειδή ο Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός (Σ.Ε.Π.) ορίζεται και ως ένας θεσμός επικούρησης του ανθρώπου θα πρέπει η ενημέρωση που προσφέρει στο μαθητή για τους δρόμους που ανοίγονται μπροστά του, να είναι υπεύθυνη, έγκυρη και έγκαιρη. Συνεπώς μετά τις ως άνω περιγραφείσες αλλαγές στο χώρο της Β/βάθμιας εκπαίδευσης, και επειδή ο Σ.Ε.Π. οφείλει να στέκεται αρωγός στο μαθητή, καθίσταται αναγκαία η αναδιάρθρωση αλλά και κάποιες επιμέρους αλλαγές στη ύλη των βιβλίων τόσο της Γ’ Γυμνασίου, όσο και της Α’ Γενικού Λυκείου. Αντίστοιχες με τις ως άνω μεταβολές στα βασικά εγχειρίδια, θα πρέπει ασφαλώς να περιληφθούν και στην ύλη των λοιπών, νέων εκδόσεων του ΟΕΔΒ που αφορούν στο Σ.Ε.Π., όπως τα (θεωρούμενα ως συμπληρωματικό υλικό για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων) βιβλία «Σπουδές μετά το Γυμνάσιο», «Σπουδές μετά το Λύκειο», «Σπουδές και Απασχόληση», «Οδηγός γονέων», «Οδηγός επαγγελμάτων», κλπ. (Φυσικά, θα πρέπει να εκδοθεί και βιβλίο Σ.Ε.Π. για την Α’ τάξη του ΕΠΑ.Λ. - το οποίο σήμερα είναι ανύπαρκτο (!) και οι συνάδελφοι διδάσκουν το μάθημα χρησιμοποιώντας σημειώσεις…).

Εκ του νόμου ο Σ.Ε.Π. «στοχεύει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας των μαθητών, στη πληροφόρησή τους για τις επαγγελματικές διεξόδους, στην ενημέρωσή τους για τα μεταβατικά στάδια προς την επαγγελματική αποκατάσταση και την αρμονική ένταξή τους στο κοινωνικό σύνολο» (ν. 1566/85, αρθ. 37). Συνεπώς οφείλει, ως σχολική εφαρμογή, να εφοδιάζει με πληροφορίες και γνώσεις τους νέους και να τους αναπτύσσει δεξιότητες χρήσιμες και για να αποκτήσουν τη πρώτη τους απασχόληση, αλλά και για να αντιμετωπίζουν με επιτυχία και προσαρμοστικότητα το δυναμικά εξελισσόμενο περιβάλλον εργασίας, στο οποίο πρόκειται αργότερα να ενταχθούν, να εργασθούν και να ζήσουν. Ολοι σχεδόν όσοι ασχολούνται με την Συμβουλευτική και τον Επαγγελματικό Προσανατολισμό δέχονται ότι, για να μπορέσει το άτομο να διαλέξει σωστά στη σχολική ή επαγγελματική κατεύθυνση που θα ακολουθήσει, πρέπει να γνωρίζει τι υπάρχει.(βλ. Κασσωτάκη Μιχ., «Οι πολιτικές διαστάσεις του θεσμού του Σ.Ε.Π.» στο περιοδικό «Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης», τ. 3, Αθήνα, 1983, σελ. 118). Ειδικότερα μάλιστα υποστηρίζεται ότι ανάμεσα στους παράγοντες που θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν από όσους ασκούν Συμβουλευτική και Σ.Ε.Π. είναι και η ακριβής σχέση της γενικής με την επαγγελματική εκπαίδευση, προς πληροφόρηση, φυσικά, των μαθητών, προκειμένου οι τελευταίοι να ενημερωθούν υπεύθυνα και να διαμορφώσουν μια αντικειμενική εικόνα των δεδομένων στην γενική και επαγγελματική εκπαίδευση για να λάβουν εν συνεχεία τις όποιες αποφάσεις τους.

Με τη συστηματική και υπεύθυνη πληροφόρηση οι νέοι και οι οικογένειές τους θα απαλλαγούν από τα στοιχεία εκείνα που περιορίζουν την ελευθερία των επαγγελματικών τους προτιμήσεων και τους εμποδίζουν να σκεφθούν ψύχραιμα πάνω στο μέλλον και θα διαλέξουν το επάγγελμά τους με γνώμονα περισσότερο τη λογική και τη γνώση παρά το συναίσθημα, αναφέρει ο καθηγητής Μιχ. Κασσωτάκης («Η πληροφόρηση για τις σπουδές και τα επαγγέλματα», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα, 2000, σελ. 26), αναδεικνύοντας την αξία που έχει η γνώση και την ευθύνη που έχει ο Σ.Ε.Π. να την προσφέρει.

* O Xάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ, συνεργάτης της εφημ. «Ελευθερία», του Ρ/Σ της Ιεράς Μητρόπολης Λάρισας (96,3 FM) και καθηγητής Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσιο – Λύκειο Αρμενίου ν. Λάρισας) δραστηριοποιούμενος και σε εφαρμογές του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Σ.Ε.Π.).

* ΑΡΘΡΟ στην ¨Ελευθερία" της Κυριακής (10/08/2008, σελ. 10)

* Το άρθρο στην "Ε" αναδημοσιεύθηκε (13/08/2008) στην ιστοσελίδα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ, duth):

http://career.duth.gr/cms/?q=node/23097&page=1

http://career.duth.gr/cms/files/education_24.pdf

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2008

Kαταργείται το μάθημα των Θρησκευτικών;

"Kαταργείται το μάθημα των Θρησκευτικών;"

Aρθρο του εκλεκτού συναδέλφου και αγαπητού φίλου (και διαχειριστή ενός εκ των καλυτέρων θεολογικών ιστολογίων - blog), εκ Τρικάλων, Αλέξανδρου Γκίκα:

http://professeur-alex.blogspot.com/2008/08/blog-post.html

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2008

Η αγωνία του θεολόγου...

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΚΛΑΔΟ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΜΑΖΙΚΩΝ ΑΠΑΛΛΑΓΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΑΠ’ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ, Μ’ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΠΙΜΑΧΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟ ΤΟΥ ΥΠΕΠΘ…


Η αγωνία του θεολόγου...*



* Η παιδαγωγική αντιμετώπιση του προβλήματος, μέσω της θέσπισης εναλλακτικών μαθημάτων για τους μαθητές που θα ζητήσουν απαλλαγή * Οι προτάσεις ειδικών επιστημόνων για την φυσιογνωμία και το περιεχόμενο του θρησκευτικού μαθήματος



Του Χάρη Ανδρεόπουλου*
xaan@theo.auth.gr



Μ’ αφορμή την εγκύκλιο του υπ. Παιδείας περί της απαλλαγής απ’ το θρησκευτικό μάθημα με μια απλή δήλωση (χωρίς να απαιτείται καμμιά εξήγηση, κλπ), τις τελευταίες ημέρες έχει ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος για τα θέματα της διδασκαλίας των Θρησκευτικών και του χαρακτήρα, της φυσιογνωμίας του μαθήματος στη πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Συμβολή σ’ αυτόν τον διάλογο – και σε συνέχεια του από 3ης/8/2008 άρθρου μας στην «Ελευθερία» (
http://www.eleftheria.gr/viewarticle.asp?aid=1058&pid=19&CategoryID=19) - επιθυμούν ν’ αποτελέσουν και οι παρακάτω σκέψεις και απόψεις, οι οποίες, φυσικά, δεν διεκδικούν το ...αλάθητο, αλλά, αντιθέτως, επιδιώκουν τον αντίλογο και την – κατά τον αείμνηστο δάσκαλο όσων αποφοιτήσαμε απ’ το Θεολογικό τμήμα του ΑΠΘ, Νίκο Ματσούκα - «δημιουργική αντιπαράθεση», σύμφωνα με την ορθή, εννοιολογικά, σημασία της λέξεως, δηλαδή, «όχι με την έννοια της σύγκρουσης, αλλά της σύγκρισης απόψεων», όπως εξηγούσε και ερμήνευε αυθεντικά την «αντιπαράθεση» ο αείμνηστος δάσκαλος.

- Κατά την άποψή μας το μάθημα έχει εν μέρει τη βιωματική του διάσταση, καθώς έχει ως επίκεντρο τη θρησκευτική παράδοση της χώρας - η οποία υποστασιάζεται στην ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία – αλλά, κατά βάση και κυρίαρχα έχει γνωσιολογικό χαρακτήρα, με ευρύτερη παιδευτική αξία, αφού και για τις λοιπές χριστιανικές ομολογίες και τ’ άλλα θρησκεύματα ενημερώνει (σε Γυμνάσιο – Λύκειο, αλλά από πέρυσι και στην ΣΤ’ Δημοτικού!) και αποβλέπει γενικότερα στην ενημέρωση των μαθητών για το θρησκευτικό φαινόμενο και ειδικότερα στη κατανόηση της θρησκευτικής διάστασης των επιμέρους θεμάτων της ζωής, καθώς και για τις επιδράσεις του θρησκευτικού πιστεύω στα μνημεία του πολιτισμού.

Ναι, λοιπόν, έχει μια ομολογιακή «κλίση» το μάθημα (αντίστοιχη με την ελληνοκεντρική «κλίση» του μαθήματος της Ιστορίας), αλλά, δεν είναι μονοδιάστατο ομολογιακό, και, φυσικά, σε καμμιά περίπτωση «μονολιθικό», «μονοφωνικό», ή «κατηχητικό», όπως ορισμένοι το θεωρούν. Και τα νέα βιβλία Θρησκευτικών του Γυμνασίου αξιολογήθηκαν θετικά από τη συντριπτική πλειοψηφία του επιστημονικού κόσμου. Ενδεικτικώς αναφέρουμε τη θετική κρίση που έχει εκφράσει με σχετική ανακοίνωσή του το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ (
http://web.auth.gr/theo/Letter%20_21_12_06.pdf.), το οποίο κάθε άλλο παρά για ομολογιακή «κλίση» μπορεί κατηγορηθεί, ή «συντηρητικό» να χαρακτηρισθεί. «Τα νέα βιβλία Θρησκευτικών, στη μορφή και το περιεχόμενό τους, είναι τα επιτυχέστερα όλων όσων μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει…», τονίζει το τμήμα Θεολογίας στο (από 21ης/12/2006 και υπογραφόμενο από τον τότε πρόεδρο, καθηγητή κ. Μιλτ. Κωνσταντίνου), υπόμνημά του προς την τότε υπουργό Παιδείας κ. Μαρ. Γιαννάκου.


ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Αξίζει πάντως ν’ αναφερθεί ότι για το θέμα του χαρακτήρα του θρησκευτικού μαθήματος εδώ και χρόνια διεξάγεται ένας επιστημονικός διάλογος στο πλαίσιο του οποίου έχουν κατατεθεί πολλές και ενδιαφέρουσες απόψεις. Όπως, παραδείγματος χάριν, η (κατατεθείσα το 1981, σε συνέδριο της Ενωσης Θεολόγων) πρόταση του αείμνηστου καθηγητή Νικ. Ματσούκα να αποκτήσει το μάθημα «πολιτιστικό» χαρακτήρα έχοντας σαφέστατο γνωστικό και όχι βιωματικό ή κατηχητικό χαρακτήρα και ως περιεχόμενο τα μνημεία του πολιτισμού της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της συνολικής Ορθοδοξίας. Πρόκειται για μια πρόταση την οποία τα τελευταία χρόνια εξειδίκευσε περαιτέρω και θεωρητικοποίησε ο πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και επιστημονικός υπεύθυνος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών της Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος Παν. Καλαϊτζίδης. Τη διδασκαλία του μαθήματος μέσα από ένα πνεύμα που θα το διαπερνά μια «θεολογία της πολυπολιτισμικότητας», η οποία δεν θα έχει τίποτε κοινό με το πνεύμα του συγκρητισμού, προτείνει ο σύμβουλος Θεολόγων στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Σταύρος Γιαγκάζογλου, τονίζοντας ότι στοιχεία μιας τέτοιας θεολογίας, όπως ο αλληλοσεβασμός, η αποδοχή και ειρηνική συνύπαρξη με τη θρησκευτική ή όποια άλλη ετερότητα, είναι διάσπαρτα στη Βίβλο και τα πατερικά κείμενα.

Υπάρχουν επίσης οι προτάσεις του καθηγητή του τμήματος Θεολογίας του ΑΠΘ Ιωαν. Πέτρου, βάσει της οποίας το θρησκευτικό μάθημα θα πρέπει να έχει καθαρά «γνωσιολογικό» περιεχόμενο με βάση το κριτήριο του πολιτισμού, του διευθυντή του περιοδικού «Νέα Εστία», Στ. Ζουμπουλάκη, ο οποίος αμφισβητώντας καίρια τον ομολογιακό χαρακτήρα, προτείνει το «βιβλικό» μάθημα ως περιεχόμενο των Θρησκευτικών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής αρχής του ουδετερόθρησκου (όπως το εισηγείται ο γάλλος διανοητής Ρεζίς Ντεμπρέ) σχολείου. Ακόμη έχει διατυπωθεί η κριτική πρόταση του καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου Γεωγ. Σωτηρέλη, ο οποίος τάσσεται υπέρ του «θρησκειολογικού» χαρακτήρα του μαθήματος για να συνεχίσει νά’ ναι υποχρεωτικό, ειδ’ άλλως, λέει, να γίνει προαιρετικό και να αντικατασταθεί με ένα εναλλακτικό - επιλεγόμενο μάθημα που θα έχει ως περιεχόμενο βασικές γνώσεις θρησκειολογίας και ηθικής (όπως ισχύει σε χώρες της Ε.Ε., και το αναλύουμε παρακάτω).


ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ ΛΥΣΗ!


Πολλές και ενδιαφέρουσες, λοιπόν, οι απόψεις για το δέον γενέσθαι με το μάθημα των Θρησκευτικών. Θα πρέπει το υπουργείο Παιδείας, ως συντονιστικό κέντρο και φορέας που έχει και την ευθύνη για τη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής, ν’ αναλάβει τη θεσμική πρωτοβουλία για τη συγκρότηση μιας ad hoc Επιστημονικής Επιτροπής, στην οποία θα συμμετάσχουν εκπρόσωποι των πανεπιστημιακών μας σχολών (από τα τμήματα Θεολογίας, Νομικής, Παιδαγωγικό, κ.α.), επιστημονικών φορέων (Ενωση Θεολόγων, ΟΛΜΕ, ΔΟΕ), ειδικοί επιστήμονες από τους κλάδους της Διδακτικής των Θρησκευτικών, του Συνταγματικού Δικαίου, και όποιοι άλλοι κρίνονται απαραίτητοι για τη διαμόρφωση μιας ισορροπημένης και κοινά αποδεκτής εκπαιδευτικής πρότασης για τη φυσιογνωμία και το περιεχόμενο του μαθήματος, μιας πρότασης που θα βγάλει το μάθημα από τη πορεία του …«Γολγοθά» στην οποία πορεύεται τα τελευταία χρόνια. Φυσικά, στην εν λόγω Επιτροπή θα μπορούσαν – και πρέπει, κατά τη γνώμη μας - να συμμετάσχουν εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά (γιατί όχι;) και εκπρόσωποι των άλλων χριστιανικών ομολογιών (δηλ. του Ρωμαιοκαθολικισμού και Προτεσταντισμού) και θρησκειών (του Ιουδαϊσμού και Μουσουλμανισμού).

Βεβαίως, μέχρι να συμβεί αυτό, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που είναι πιθανό να δημιουργήσει σε πρακτικό επίπεδο η εγκύκλιος για την απαλλαγή από το μάθημα. Αυτή τη στιγμή, εν όψει της νέας σχολικής χρονιάς, ο κλάδος των 4.000 υπηρετούντων Θεολόγων ευρίσκεται σε αναστάτωση και αγωνία καθώς η δυνατότητα της απαλλαγής απειλεί να δημιουργήσει πρόσθετα προβλήματα στην (ήδη προβληματική!) συμπλήρωση ωραρίου για τον κλάδο (ΠΕ 01).

ΡΥΘΜΙΣΗ

Το υπουργείο οφείλει να λάβει υπ’ όψιν του τη σχολική πραγματικότητα και την ψυχολογία «αποφόρτισης» που αναπτύσσεται σε παρόμοιες περιπτώσεις σε μαθητές και γονείς, τη στιγμή μάλιστα που σε ένα εξετασιοκεντρικό σύστημα, όπως το δικό μας, στις λυκειακές ειδικά τάξεις το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, με αποτέλεσμα τα λοιπά μαθήματα να μπαίνουν τρόπον τινά στο περιθώριο. Ετσι είναι πιθανό πολλοί μαθητές, ειδικά στο Λύκειο, αφ’ ης στιγμής το θρησκευτικό μάθημα γίνεται επι της ουσίας προαιρετικό, να θελήσουν να έχουν δύο ώρες λιγότερες μάθημα την εβδομάδα.

Το υπ. Παιδείας έχει άραγε φροντίσει να αντιμετωπίσει μια πιθανή τέτοια εξέλιξη με παιδαγωγικούς όρους; Εχει, δηλαδή, μεριμνήσει για τις περιπτώσεις των ενδεχομένων μαζικών απαλλαγών να υπάρχει η ανάλογη αντικατάσταση του 2ώρου με ένα άλλο ανθρωπιστικής φύσης μάθημα, όπως π.χ. συμβαίνει σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης;

Σε χώρες όπως στη Γερμανία, Φινλανδία, Βέλγιο, Πορτογαλία, Λουξεμβούργο, κ.α., έχει θεσπιθεί στη θέση του θρησκευτικού μαθήματος ένα εναλλακτικό μάθημα, όπως π.χ. Ηθική, Φιλοσοφία, κλπ., το οποίο είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν οι μαθητές που ζητούν απαλλαγή από τα Θρησκευτικά. Παρόμοια ρύθμιση, για λόγους εναρμόνισης με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, οφείλει, κατά τη γνώμη μας, να προωθήσει και το δικό μας υπ. Παιδείας, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα αιτήσεων απαλλαγής χάριν ευκολίας, από μαθητές, δηλαδή, που ενώ ουδένα «πρόβλημα συνείδησης» έχουν, απλώς θα θελήσουν μείωση των ωρών φοίτησής τους στο σχολείο για να «αποφορτισθούν» από μέρος των υποχρεώσεών τους. Ανάλογη ρύθμιση θα πρέπει, φυσικά, να υπάρξει και στα Δημοτικά σχολεία και για το θέμα της απασχόλησης των μαθητών, για τους οποίους οι γονείς θα ζητήσουν απαλλαγή, αλλά και για τη αντιμετώπιση του διδακτικού ωραρίου των δασκάλων.

Τέλος, οι ίδιοι οι θεολόγοι θα πρέπει να αντιληφθούν (-με) ότι για να συνεχίσει να έχει μέλλον ο κλάδος στην εκπαίδευση, θα πρέπει μαζί με τη μαρτυρία αγάπης τους για το μάθημα να εκδηλώσουν και τη διαμαρτυρία τους για τις αρνητικές εξελίξεις, οι οποίες ούτε πρωτοφανείς είναι, ούτε για τελευταίες μοιάζουν…

ΑΠΩΛΕΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΕΠΑΛ

Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι τα τελευταία δύο χρόνια, από τη μεταρρύθμιση που πραγματοποιήθηκε στη Β/θμια τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση με τον ν. 3475/2006, στα προγράμματα διδασκαλίας των νεοϊδρυθέντων Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑΛ), υπήρξαν μαθήματα γενικής παιδείας που βγήκαν κερδισμένα και μαθήματα που βγήκαν χαμένα. Ανάμεσα στα τελευταία συγκαταλέγεται (είχε κανείς αμφιβολία;..) και το θρησκευτικό μάθημα - και ιδού γιατί:

- Σην Α’ τάξη των ΕΠΑΛ. ενώ οι ώρες για τα μαθήματα της Ιστορίας (2 ώρες / βδομάδα), της Φυσικής (3), της Αλγεβρας (3) παραμένουν οι ίδιες με το Γενικό Λύκειο (ΓΕΛ) και στη Νεοελληνική Γλώσσα αυξάνονται (4 στο ΓΕΛ, 5 στο ΕΠΑΛ!), στα Θρησκευτικά μειώνονται (2 στο ΓΕΛ, 1 στο ΕΠΑΛ)…

- Στη Β’ τάξη των ΕΠΑΛ, τα Μαθηματικά έχουν περισσότερες ώρες (5) στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα απ’ ότι στα ΓΕΛ (4), όπως και η Φυσική (3 στο ΕΠΑΛ, 2 στα ΓΕΛ ), η Νεοελληνική Γλώσσα έχει τις ίδιες ώρες (2 στο ΓΕΛ, 2 στο ΕΠΑΛ), ενώ μειωμένες στο ΕΠΑΛ είναι οι ώρες διδασκαλίες στην Ιστορία (2 στο ΓΕΛ, 1 στο ΕΠΑΛ) και στα Θρησκευτικά (2 στα ΓΕΛ, 1 στο ΕΠΑΛ).

- Στη Γ’ τάξη των ΕΠΑΛ, τα Μαθηματικά και η Φυσική …ζούν και βασιλεύουν (με 5ωρο και 3ωρο, αντίστοιχα), η Νεοελληνική Γλώσσα συνεχίζει να υπάρχει (2ωρο), όπως και το μάθημα της Ιστορίας – έστω ως επιλεγόμενο (2ωρο). Τα Θρησκευτικά; Eξαφανίζονται!...

Φυσικά, η παραπάνω σύγκριση ουδεμία αντιπαράθεση επιδιώκει με τα άλλα μαθήματα και δη με τα μαθήματα θεωρητικής κατεύθυνσης (Ιστορία, Νεοελληνική Γλώσσα, κλπ.), στη συνάφεια των οποίων, εξ άλλου, ευρίσκεται και το μάθημα των Θρησκευτικών. Απλώς επιχειρεί να καταδείξει, με τη συγκριτική παράθεση αντικειμενικών δεδομένων, την συρρίκνωση που επιχειρείται στο θρησκευτικό μάθημα, στο επίπεδο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

- Και για να’ χουμε συνολική εικόνα για το «ψαλίδισμα» που γίνεται στο ωρολόγιο πρόγραμμα για το θρησκευτικό μάθημα στο (ισότιμο με το ΓΕΛ, σ’ όλα τα’ άλλα πλην Θρησκευτικών…) ΕΠΑΛ, να πούμε ότι τα Θρησκευτικά στο ΓΕΛ έχουν σύνολο ωρών διδασκαλίας 5, ενώ στο ΕΠΑΛ μόλις 2 (ούτε τις μισές ώρες, δηλαδή. Με πρόχειρους υπολογισμούς προκύπτει ότι αν τα Θρησκευτικά είχαν 5 ώρες στο ΕΠΑΛ – όσες στο ΓΕΛ – θα υπήρχαν ακόμη 150 – 200 θέσεις για πλήρες ωράριο θεολόγων). Μετά απ’ όλα αυτά δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποιες ειδικότητες καθηγητών μαθημάτων γενικής παιδείας (ξανα-) βγήκαν κερδισμένες και ποιες (ξανα-) βγήκαν χαμένες απ’ αυτήν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στο χώρο της Β/βάθμιας εκπαίδευσης…

* Είπαμε ότι οι δυσμενείς αυτές εξελίξεις ούτε πρωτοφανείς είναι ούτε για το τέλος ενός εφιάλτη μοιάζουν, κι’ αυτό γιατί μόλις προχθές ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (ΕΣΥΠ) καθηγητής κ. Θ. Βερέμης, μιλώντας στη «Καθημερινή» (7/8/08, σελ. 3) για την «αναγκαιότητα αναβάθμισης του Λυκείου στη προοπτική αποσύνδεσής του από τις εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ» (τις οποίες προτείνει να αναλάβουν τα ίδια τα πανεπιστήμια), έκανε λόγο για «μείωση των μαθημάτων στο Λύκειο». Και…δεν ξέρω γιατί, αλλά εμένα - στην αναφορά του κ. καθηγητού, περί μειώσεως των μαθημάτων - το μυαλό μου πήγε στα Θρησκευτικά…



* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ, παραγωγός της εκπομπής «Θεολογία και Κοινωνία» στο Ρ/Σ της Ι. Μητρόπολης Λάρισας (96,3 FM), καθηγητής Β/βάθμιας εκπ/σης (Γ/σιο Αρμενίου) και Γεν. Γραμματέας της Ενωσης Θεολόγων ν. Λάρισας (
http://theologylar.blogspot.com)

* ΑΡΘΡΟ στην "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ" της Κυριακής (17/08/2008, σελ. 6)


Κυριακή 3 Αυγούστου 2008

Θρησκευτικά: προαιρετικά, ή υποχρεωτικά;

Θρησκευτικά: προαιρετικά ή υποχρεωτικά;



Tων δρ. Ιωαν. Αγγελόπουλου
& Γεωργίου Παπαδόπουλου *



«Πιο εύκολη γίνεται η απαλλαγή των μαθητών από τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών στα ελληνικά σχολεία με απόφαση του υπουργείου Παιδείας. Κάτι που αναμένεται να προκαλέσει τις αντιδράσεις εκκλησιαστικών κύκλων, που κάνουν λόγο για προαιρετική διδασκαλία των Θρησκευτικών» (Καθημερινή 31.7.2008). Πληροφορηθήκαμε από τα Μέσα Ενημερώσεως για την νέα εγκύκλιο του Υπουργείου Παιδείας σχετικά με τη διδασκαλία των μαθητών στο μάθημα των θρησκευτικών. Έκπληξη μας προξένησε και η απόφαση της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου και το σκεπτικό της εγκυκλίου. Γι’ αυτό θέλουμε να καταγράψουμε κάποιες σκέψεις επί του θέματος.

1. Παγία θέση του Υπουργείου Παιδείας ήταν η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών να ισχύει για τους μαθητές που ήταν αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι. Αυτό ίσχυε μέχρι σήμερα με βάση την εγκύκλιο του ΥΠΕΠΘ (61723/Γ2/13.6.2002), γνωστή ως «εγκύκλιο Γκεσούλη» (ήταν ο αρμόδιος υφυπουργός τότε). Σύμφωνα με αυτή μαθητές αλλόδοξοι ή αλλόθρησκοι (και όχι μόνο), πάντοτε με αίτησή τους και όχι αυτεπάγγελτα, είχαν δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών. Η εμπειρία πολλών συναδέλφων μας από τα σχολεία μας βεβαιώνει ότι πολλοί αλλόθρησκοι ή αλλόδοξοι ή και άθεοι (κατά δήλωσή τους) μαθητές παρακολουθούσαν το μάθημα των θρησκευτικών, και συμμετείχαν ενεργώς και με ενδιαφέρον σε αυτό, χωρίς να κάνουν χρήση αυτού του δικαιώματος της απαλλαγής. Τι εξυπηρετεί, λοιπόν, η νέα εγκύκλιος;

2. Σε παλαιότερη γνωμοδοτική πρόταση του Συμβουλίου της Επικρατείας επί Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος για τον διορισμό και ετεροδόξων δασκάλων στα δημοτικά σχολεία(1) αναφερόταν ότι εάν το μάθημα των θρησκευτικών είχε θρησκειολογικό χαρακτήρα δεν θα μπορούσαν να τύχουν απαλλαγής οι μαθητές, θα ήταν δηλ. απολύτως υποχρεωτικό. Η απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών εσφαλμένα θεωρείται ως προστασία της συνειδήσεως και της ανεξιθρησκίας των μαθητών. Αυτό συμβαίνει επειδή στο μυαλό πολλών ανθρώπων, λανθασμένα, ταυτίζεται το μάθημα των θρησκευτικών με την εκκλησιαστική κατήχηση που γίνεται στις ενορίες. Το μάθημα των θρησκευτικών είναι μάθημα ενταγμένο στο πλαίσιο του ελληνικού σχολείου και εκπληρώνει παιδαγωγικούς και όχι εκκλησιαστικούς σκοπούς. Η ελληνική κοινωνία, μέσω των εκπροσώπων της, που νομοθετούν, επιθυμεί να διδάσκονται τα παιδιά, ανάμεσα στα άλλα γνωστικά αντικείμενα και το φαινόμενο της θρησκείας, με ιδιαίτερη βαρύτητα στη θρησκευτική παράδοση της χώρας, δηλ. στα δόγματα και στη ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οι σκοποί της παιδείας γενικώς και του μαθήματος ειδικότερα είναι γνωσιολογικοί: να γνωρίσουν οι μαθητές, όχι να πιστέψουν ή να ενταχθούν σε μία θρησκευτική κοινότητα. Αντιγράφουμε από την ισχύουσα νομοθεσία: Στον βασικό νόμο για την παιδεία (Ν. 1566/1985, άρθρο 1) αναγράφεται επί λέξει: η εκπαίδευση υποβοηθεί τους μαθητές να «γίνονται ελεύθεροι, υπεύθυνοι, δημοκρατικοί πολίτες, να υπερασπίζονται την εθνική ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και τη δημοκρατία, να εμπνέονται από αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Η ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης είναι απαραβίαστη». (Πως επιβεβαιώνεται από την παρούσα εγκύκλιο του αρμόδιου οργάνου της Πολιτείας ο σεβασμός και η προσήλωσή της στο δικό της Νόμο;). Η υλοποίηση αυτού του στόχου γίνεται με τις Οδηγίες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για το μάθημα των θρησκευτικών, όπου διαβάζουμε: «Σκοπός του μαθήματος της ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι: 1) Να ενημερωθούν οι μαθητές για την υφή του θρησκευτικού φαινομένου. 2) Να γνωρίσουν ιδιαίτερα το Χριστιανισμό, κατεξοχήν την Ορθοδοξία, και να τοποθετηθούν υπεύθυνα. 3) Να αξιοποιήσουν την προσφορά του μαθήματος, ώστε να συνειδητοποιήσουν τη δύναμη του λυτρωτικού μηνύματος του Ευαγγελίου και να καλλιεργήσουν το ήθος και την προσωπικότητά τους, να ευαισθητοποιηθούν απέναντι στο σύγχρονο κοινωνικό προβληματισμό και να βοηθηθούν να πάρουν έμπρακτα θέση» (2). Μάλιστα, μεταξύ των «βασικών κριτηρίων για την παρουσίαση της διδακτικής ύλης» αναγράφονται: «Απαιτούμενη στάση απέναντι στους αλλόπιστους, τους ετερόδοξους, τις προβληματικές η αντίθετες ιδεολογίες και αντίστοιχα κινήματα: Έγκυρη ενημέρωση, ανάλυση, ερμηνεία. Συμπαράθεση απόψεων (αμερόληπτη και αντικειμενική). Τεκμηριωμένη, ακριβοδίκαιη, εποικοδομητική και νηφάλια κριτική (και αυτοκριτική). Σεβασμός των εκπροσώπων τους. Αγωγή για μαρτυρία και ομολογία η διάλογο (όπου αυτός είναι δυνατός), καθώς και για άμυνα (όπου είναι αναπόφευκτο). Αποφυγή προσβλητικών χαρακτηρισμών, υποτίμησης, περιφρόνησης, γελοιοποίησης, πολεμικής και φανατικής αντίθεσης» (3).

3. Είναι ενδιαφέρον ότι στη Γαλλία, στην οποία δεν διδάσκεται πάνω από 100 χρόνια ειδικό μάθημα θρησκευτικών, ο διανοητής Ρεζίς Ντεμπρέ εισηγείται την επαναφορά της συστηματικής διδασκαλίας του θρησκευτικού φαινομένου, το οποίο κατ’ αυτόν συνδέεται με τον πολιτισμό, την τέχνη και τα γράμματα, μέσα από τα συναφή μαθήματα του γαλλικού σχολείου(4). Και στη χώρα μας ο καθηγητής Νίκος Μουζέλης υποστηρίζει με άρθρο του την υποχρεωτική διδασκαλία των θρησκευτικών: «το μάθημα των θρησκευτικών πρέπει να είναι υποχρεωτικό για δύο βασικούς λόγους: Πρώτον: Αν η παιδεία έχει σαν σκοπό την ανάπτυξη, όχι μόνο της διανοητικής και σωματικής αλλά και της πνευματικής διάστασης του ανθρώπου, τα θρησκευτικά, όταν διδάσκονται σωστά, οδηγούν σε βασικούς, πανανθρώπινους προβληματισμούς που το μονοδιάστατα ρασιοναλιστικό/λογοκεντρικό εκπαιδευτικό μας σύστημα και το άκρατα υλιστικό/καταναλωτικό κοινωνικό πλαίσιο τείνουν να εξαφανίσουν. Δεύτερον, η ορθόδοξη πίστη και εκκλησία αποτελεί μια βασική διάσταση της εθνικής μας ταυτότητας. Γι' αυτόν τον λόγο ανεξάρτητα με το αν κανείς πιστεύει η όχι, η γνώση των βασικών ουσιαστικών στοιχείων της Ορθοδοξίας, της ιστορικής εξέλιξης της εκκλησίας και του ρόλου που αυτή έπαιξε στη διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας και πολιτισμού αποτελεί βασική προϋπόθεση για να καταλάβουμε ποιοί είμαστε και πως λειτουργούμε στον χώρο και χρόνο. Η ιδέα πως για τους Έλληνες που δεν πιστεύουν, το μάθημα των θρησκευτικών θα πρέπει να είναι προαιρετικό, είναι τόσο απαράδεκτη όσο η αντίληψη πως οι μαθητές με αναρχικά πολιτικά φρονήματα, επειδή δεν πιστεύουν στην κρατική εξουσία δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να μελετήσουν τη συγκρότηση και εξέλιξη του ελληνικού κράτους - έθνους» (5). Εάν, μάλιστα, διαβάσει κάποιος τις απόψεις περί του πολιτιστικού και βιβλικού χαρακτήρος του μαθήματος των θρησκευτικών(6) τότε θα συμφωνήσει ότι το μάθημα των θρησκευτικών με τις πολλαπλές διαστάσεις, που έχει ήδη και με τον σύγχρονο τρόπο διδασκαλίας του, θα πρέπει να παραμείνει στο ελληνικό σχολείο υποχρεωτικό, όπως τουλάχιστον τα μαθήματα της ιστορίας και της κοινωνικής και πολιτικής αγωγής.

4. Ακόμη, η νέα εγκύκλιος φαίνεται να αγνοεί τη σχολική πραγματικότητα και την ψυχολογία μαθητών και γονέων. Ποιός μαθητής, ιδίως στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου, δεν θα ήθελε να έχει δύο ώρες λιγώτερο μάθημα την εβδομάδα; Εάν βλέπαμε το θέμα από παιδαγωγικής απόψεως θα έπρεπε στην περίπτωση απαλλαγής από ένα μάθημα να βάζαμε στη θέση του ένα άλλο· να υπήρχε αντικατάσταση και όχι απαλλαγή. Για λόγους εναρμόνισης με τα Ευρωπαϊκά δεδομένα δεν πρέπει να βλέπουμε τι κάνουν άλλες χώρες (π.χ. Φινλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Γερμανία, Πορτογαλία, Ισπανία), με παρόμοιο σύστημα εκπαίδευσης; Θα δούμε λοιπόν ότι οι χώρες αυτές έχουν θεσπίσει στη θέση του μαθήματος των «Θρησκευτικών» (όποιας μορφής και περιεχομένου) εναλλακτικό μάθημα (Ηθική, Φιλοσοφία, Κοινωνική Παιδεία κ.λπ.) υποχρεωτικό για όσους μαθητές ζητήσουν απαλλαγή από το μάθημα των θρησκευτικών(7). Εδώ όμως δεν υπάρχει ανάλογη νομοθετική ρύθμιση, γεγονός που θα αποθάρρυνε τους μαθητές εκείνους, οι οποίοι (χωρίς να έχουν αληθινό πρόβλημα συνείδησης) και μόνο χάριν ευκολίας θα ζητούσαν την απαλλαγή τους από το μάθημα των θρησκευτικών.

5. Επί πλέον, με την εγκύκλιό του αυτή το Υπουργείο εισάγει έναν ανοίκειο διαχωρισμό ανάμεσα στα διδασκόμενα μαθήματα (όλα υποχρεωτικά και ένα μόνον προαιρετικό) και υποβαθμίζει τη θέση των θεολόγων καθηγητών. Δημιουργεί καθηγητές και μαθήματα δύο ταχυτήτων. Ασφαλώς και σήμερα υπάρχουν στο εκπαιδευτικό σύστημα (Γυμνάσιο-Λύκειο) επιλεγόμενα μαθήματα. Η δυνατότητα, όμως, επιλογής τους (π.χ. β’ ξένη γλώσσα) δεν υποβαθμίζει τον ρόλο κάποιας ειδικότητας, ούτε ελαφρύνει το πρόγραμμα των μαθητών, αφού και αυτά (πλην συγκεκριμένων π.χ. Η/Υ) είναι υποχρεωτικά τόσο στην παρακολούθηση όσο και στην εξέταση-βαθμολόγηση. Εάν κατά το επόμενο σχολικό έτος σημειωθούν μαζικές απαλλαγές μαθητών, α) πως θα απασχολούνται αυτοί κατά τη διάρκεια του σχολικού προγράμματος (το πρόβλημα θα είναι έντονο, ιδιαίτερα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και είναι θέμα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν οι διευθυντές των σχολείων και των δύο βαθμίδων Εκπαίδευσης) και β) ποιό θα είναι το εργασιακό παρόν και μέλλον 4.000 θεολόγων - καθηγητών (οι οποίοι είναι απόφοιτοι δημόσιου Πανεπιστημίου, διορίστηκαν και μισθοδοτούνται από το δημόσιο και υπηρετούν τις αρχές-αξίες του εκπαιδευτικού συστήματος, εφαρμόζοντας τους Νόμους του Κράτους);

6. Μία τελευταία επισήμανση: Ενώ η Ελληνική Πολιτεία επανειλημμένως αρνείται να συμμορφωθεί με αποφάσεις ελληνικών η ευρωπαϊκών Δικαστηρίων, οι οποίες δικαιώνουν φυσικά πρόσωπα η φορείς (έπειτα από προσφυγή τους για ποικίλα ζητήματα), σπεύδει να υιοθετήσει μία απλή σύσταση της Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη, δημιουργώντας ποικίλα προβλήματα, με την αλλαγή του λεκτικού σε ένα γραφειοκρατικής υπόθεσης έγγραφο. Θεωρούμε πως η κίνηση αυτή έγινε χωρίς σοβαρή σκέψη και ερήμην της εκπαιδευτικής κοινότητας (και των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης), καθώς αυτή θα κληθεί πρώτη και εντελώς ακάλυπτη να αντιμετωπίσει τα λειτουργικά – και όχι μόνο - προβλήματα.

Υποσημειώσεις:

[1] Βλ. προχείρως Τα Νέα 30.11.2002, Το Βήμα 8.12.2002.
2 Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Οδηγίες για τη διδακτέα ύλη και τη διδασκαλία των μαθημάτων στο Γυμνάσιο και στο Ενιαίο Λύκειο κατά το σχολικό έτος 2002-2003, τεύχος Γ´ (Αθήνα: Ο.Ε.Δ.Β., 2002), σ. 14.
3 Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, όπου παραπάνω, σ. 15.
4 Βλ. Ρεζίς Ντεμπρέ, Η διδασκαλία της θρησκείας στο ουδετερόθρησκο σχολείο (Αθήνα: Εστία, 2004).
5 Νίκου Μουζέλη, «Η διδασκαλία των θρησκευμάτων», Το Βήμα 16.10.1995.
6 Βλ. Σταύρου Ζουμπουλάκη, «Τα Θρησκευτικά ως βιβλικό μάθημα», Θρησκευτική παιδεία και σύγχρονη κοινωνία (Αθήνα: Εν πλω, 2006), σσ. 233-249. Παντελή Καλαϊτζίδη, «Τα Θρησκευτικὰ ως πολιτιστικὸ μάθημα», Σύναξη 74/2000, σσ. 69-83.
7Βλ. Δημητρίου Βογιατζή, «Θρησκευτικών απολογία» Κοινωνία 45 (2002), σ. 352.


* Ο κ. Ιωάννης Αγγελόπουλος είναι δρ. Θεολογίας, διευθυντής Λυκείου και ο κ. Γεώργιος Παπαδόπουλος θεολόγος & φιλόλογος καθηγητής. Το άρθρο τους δημοσιεύθηκε στην εφημ. "Ημερήσιος Κήρυκας"Λάρισας (10/08/2008, σελ. 30)

Σάββατο 2 Αυγούστου 2008

O ..."Γολγοθάς" των Θρησκευτικών


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΥΠΕΠΘ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΗΝ ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠ’ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

ΜΕ ΜΙΑ ΑΠΛΗ ΔΗΛΩΣΗ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΕΞΗΓΗΣΗ!...


Ο ..."Γολγοθάς" των

Θρησκευτικών συνεχίζεται...*

Τι υποστηρίζουν κορυφαίοι διανοούμενοι και πανεπιστημιακοί για
την αναγκαιότητα υποχρεωτικής διδασκαλίας του μαθήματος


Του Χάρη Ανδρεόπουλου*

xaan@theo.auth.gr


Εξ αφορμής διαμαρτυρίας - κατατεθείσης με τη μορφή της επερωτήσεως - του ευρωβουλευτή κ. Μαν. Μαυρομμάτη, για το ενδεχόμενο της «αφαίρεσης του μαθήματος των Θρησκευτικών από τη διδακτική ύλη στα Ευρωπαϊκά Σχολεία» (στα οποία φοιτούν τα παιδιά υπαλλήλων που υπηρετούν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις Βρυξέλλες, το Στρασβούργο, κλπ), ο τίτλος του σχετικού άρθρου μας στην «Ελευθερία» (25/4/2008, σελ. 6) ήταν ενδεικτικός, όσο και σημειολογικός, καθώς συνέπεσε με τη Μεγ. Παρασκευή: «Ο …«Γολγοθάς» των Θρησκευτικών».


Ένα τρίμηνο μετά και δη μεσούντος του θέρους, οι εξελίξεις – και μάλιστα αυτή τη φορά εντός έδρας, δηλ. εν Ελλάδι – μαρτυρούν ότι εκείνος ο τίτλος υπήρξε και «προφητικός»….Με εγκύκλιο, λοιπόν, του υπ. Παιδείας (και Θρησκευμάτων – μη ξεχνιώματε…), ο οιοσδήποτε μαθητής (ημεδαπός, αλλοδαπός, αλλόθρησκος, ετερόδοξος, ή – και – ορθόδοξος!..) με μια απλή δήλωσή του (ή του γονέα σε περίπτωση που ο μαθητής είναι ανήλικος) απαλλάσσεται από το μάθημα των Θρησκευτικών - το οποίο, κατ’ αυτόν τον τρόπο, ουσιαστικά, μετατρέπεται σε προαιρετικό!.

Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την εγκύκλιο που έστειλε τις προηγούμενες ημέρες το υπουργείο στα σχολεία και στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, οι γονείς που επιθυμούν να μην παρακολουθούν τα παιδιά τους το μάθημα των Θρησκευτικών, ενώ με τη σχετική εγκύκλιο του 2005 – επί υπουργίας Μαρ. Γιαννάκου - θα έπρεπε να αναφέρουν σε υπεύθυνη δήλωση ότι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι, χωρίς να είναι υποχρεωτική η αναφορά του θρησκεύματος στο οποίο ανήκουν, τώρα, τρία χρόνια μετά, για την αιτούμενη απαλλαγή …απαλλάσσονται πάσης εξηγήσεως, αφού τώρα οι γονείς (ή οι μαθητές, αν είναι ενήλικοι) θα «μπορούν να δηλώνουν εγγράφως την επιθυμία τους για απαλλαγή από τα Θρησκευτικά χωρίς να υποχρεούνται σε καμία περαιτέρω εξήγηση ή διευκρίνιση».

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις αυτές ο «Συνήγορος του Πολίτη» επιχαίρει ιδιαίτερα για το γεγονός ότι θα μπορούν να απαλλάσσονται από το θρησκευτικό μάθημα ακόμη και ορθόδοξοι μαθητές, υποστηρίζοντας ότι «η θρησκευτική ελευθερία περιλαμβάνει και τη δυνατότητα αποχής ακόμη και ενός ορθόδοξου μαθητή, από τη σχολική θρησκευτική εκπαίδευση» και πως «η άσκηση του δικαιώματος απαλλαγής από το μάθημα των Θρησκευτικών δεν μπορεί να συνοδεύεται από αξίωση αποκάλυψης, έστω και αρνητικής, των θρησκευτικών πεποιθήσεων». Μάλιστα, ο «Συνήγορος» επικαλείται και απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που έκρινε «αθέμιτη την αξίωση γνωστοποίησης πεποιθήσεων ως προϋπόθεση άσκησης δικαιώματος».

Είναι προφανές ότι οι υποστηρικτές της απαλλαγής των μαθητών απ’ τα Θρησκευτικά δεν τα θεωρούν μάθημα που προσφέρει γνώσεις, αλλά θρησκευτική κατήχηση, βιωματικού χαρακτήρα, όπως ακριβώς υποστήριζε, εν έτει 1998, και ο τότε υπ. Παιδείας κ. Π. Ευθυμίου «εξοστρακίζοντας» τα Θρησκευτικά από τα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα για τους υποψηφίους των ΑΕΙ. Βεβαίως τα πράγματα ούτε ήταν (επί Ευθυμίου), ούτε είναι (επί Στυλιανίδη), όπως παρουσιάζονται, ότι δηλ. τα σημερινά Θρησκευτικά είναι «καθαρά ομολογιακά», «μονοφωνικά», έχουν «κατηχητικό προσανατολισμό», κ.τ.λ. Τα νέα βιβλία των Θρησκευτικών στο Γυμνάσιο έχουν αξιολογηθεί θετικά από τη συντριπτική πλειοψηφία του επιστημονικού κόσμου ότι εισάγουν τον μαθητή σ’ ένα δημιουργικό άνοιγμα στο πολυπολιτισμικό κόσμο, έχοντας φυσικά ως επίκεντρο διδασκαλίας τον Χριστιανισμό, την ιστορία και τη διδασκαλία του, τα μνημεία του πολιτισμού της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της συνολικής Ορθοδοξίας. Χωρίς φυσικά να λείπουν και οι αναφορές στ’ άλλα θρησκεύματα. Και εδώ δεν θ’ αναφερθούμε μόνο στο βιβλίο της Β’ Λυκείου, που κάνει με σεβασμό αναφορά σ’ όλα τα θρησκεύματα, αλλά και στο νέο βιβλίο των Θρησκευτικών της ΣΤ’ Δημοτικού («Αναζητώντας την αλήθεια στη ζωή μας»), στο οποίο για πρώτη φορά περιέχεται θρησκειολογική ύλη.

Πρόκειται, όπως γράψαμε και σε άρθρο μας στην αθηναϊκή εφημερίδα «Το Βήμα» (29/3/2007, σελ. 10), για ένα αξιολογότατο, καλογραμμένο βιβλίο με πλούσια διδακτική θρησκευτική ύλη, η οποία, έχει, βεβαίως, στο επίκεντρο την ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία και πίστη, αλλά - για πρώτη φορά στα εκπαιδευτικά χρονικά της δημοτικής εκπαίδευσης - επεκτείνεται και στη παράθεση βασικών στοιχείων των άλλων χριστιανικών ομολογιών, δηλαδή του Ρωμαιοκαθολικισμού και Προτεσταντισμού, καθώς και των άλλων δύο μονοθεϊστικών θρησκειών, ήτοι του Ιουδαϊσμού και του Μουσουλμανισμού. Εχει, δηλαδή, το νέο βιβλίο της ΣΤ’ δημοτικού – για πρώτη φορά – διαχριστιανικό και, ευρύτερα, θρησκειολογικό περιεχόμενο. Δεν θεωρούνται, άραγε, όλα αυτά – η ιστορία, ο πολιτισμός, οι αξίες και τα πιστεύω του Χριστιανισμού και των άλλων θρησκειών - αντικείμενα «γνωσιολογικής» ύλης τα οποία θα πρέπει να γίνουν κτήμα, όχι μόνο ορθοδόξων, αλλά απάντων των μαθητών;

Ας δούμε τι λέγουν, τι απαντούν επί του θέματος δύο κορυφαίοι Ελληνες διανοούμενοι, ο καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο παν/μιο Χρήστος Γιανναράς και ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο LSE (London School of Econimics) Nίκος Μουζέλης.

* Ο Χρήστος Γιανναράς, συστηματοποιώντας τις απόψεις του για την «εκκλησιαστική ορθοδοξία ως κεντρικού άξονα πολιτιστικής και κοινωνικής συνοχής των Ελλήνων», (βλ. «Ιχνηλασία νοήματος, Πολιτική, Κοινωνία και Παιδεία στην Ελλάδα σήμερα», εκδ. Λιβάνη, 1998), θεωρεί ότι το θρησκευτικό μάθημα δεν αντιβαίνει στο σεβασμό της θρησκευτικής ελευθερίας των πολιτών από το κράτος. Όπως ακριβώς πρέπει να διδάσκεται στο σχολείο ο πολιτισμός και η μεταφυσική μήτρα που γέννησε τον Παρθενώνα και την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, παρόμοια, δεν μπορεί το εκπαιδευτικό σύστημα να αγνοεί ποια θεολογία γέννησε την Αγία Σοφία, την εικόνα, την ποίηση και τη λατρευτική δραματουργία της Ορθοδοξίας που προκαλεί παγκόσμιο ενδιαφέρον και στις μέρες μας. Η πολιτεία δεν απαιτεί σαφώς από τον μαθητή να αποδεχθεί βιωματικά τον μεταφυσικό άξονα των αρχαίων Ελλήνων ή την ορθόδοξη θεολογία. Θα του απαιτήσει όμως, επισημαίνει ο κ. Γιανναράς, τις επαρκείς γνώσεις για την κατανόηση των επιτευγμάτων και προτάσεων του πολιτισμού των Ελλήνων».

* Αν η παιδεία έχει σαν σκοπό την ανάπτυξη, όχι μόνο της διανοητικής και σωματικής, αλλά και της πνευματικής διαστάσεως του ανθρώπου, τα Θρησκευτικά, όταν διδάσκονται σωστά, οδηγούν σε παναθρώπινους προβληματισμούς που το μονοδιάστατο ρασιοναλιστικό – λογοκεντρικό εκπαιδευτικό μας σύστημα και το άκρατα υλικό καταναλωτικό κοινωνικό πλαίσιο τείνουν να εξαφανίσουν, γράφει σε άρθρο του («Βήμα», 16/10/1995) ο Νίκος Μουζέλης, και προσθέτει με λόγο μεστό και καθάριο: «Η ορθόδοξη πίστη και Εκκλησία αποτελούν μια βασική διάσταση της εθνικής μας ταυτότητας. Για αυτόν τον λόγο, ανεξάρτητα με το αν κανείς πιστεύει ή όχι, η γνώση των συστατικών στοιχείων της Ορθόδοξιας, της ιστορικής εξέλιξης της Εκκλησίας και του ρόλου που αυτή έπαιξε στη διαμόρφωση της νεοελληνικής κοινωνίας και πολιτισμού αποτελεί βασική προϋπόθεση για να καταλάβουμε πως λειτουργούμε στο χώρο και στον χρόνο» για να καταλήξει με την άκρως λογική τοποθέτηση ότι: «Η ιδέα πως για τους Ελληνες που δεν πιστεύουν, το μάθημα των Θρησκευτικών θα πρέπει να είναι προαιρετικό, είναι τόσο απαράδεκτη, όσο η αντίληψη πως οι μαθητές με αναρχικά πολιτικά φρονήματα, επειδή δεν πιστεύουν στην κρατική εξουσία, δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να μελετήσουν τη συγκρότηση και την εξέλιξη του ελληνικού κράτους – έθνους».

- Kλείνοντας, θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε ότι οι επιδιώκοντες να «εκπαραθυρώσουν» το θρησκευτικό μάθημα παραβλέπουν την παιδαγωγική αξία του. Η σχολική θρησκευτική αγωγή, ναι μεν έχει εν μέρει βιωματικό, αλλά έχει κατά βάση και κυρίαρχα γνωσιολογικό χαρακτήρα, αφού αποβλέπει στην ενημέρωση των μαθητών για το θρησκευτικό φαινόμενο γενικότερα, και ειδικότερα στη κατανόηση της θρησκευτικής διάστασης των επιμέρους θεμάτων της ζωής, καθώς και για τις επιδράσεις του θρησκευτικού πιστεύω στα μνημεία του πολιτισμού. Η ένταξη του μαθήματος των Θρησκευτικών στο σχολικό πρόγραμμα είναι δικαιωμένη για λόγους καθαρά παιδαγωγικούς. Κι αυτό γιατί ο γνωσιολογικός χαρακτήρας του μαθήματος ικανοποιεί και τα τρία κριτήρια, που καθορίζουν την παιδαγωγική δικαίωση της διδασκαλίας ενός μαθήματος στο σχολείο. Συγκεκριμένα, εμπεριέχει ένα μοναδικό τρόπο σκέψης και αντίληψης, που είναι αξιόλογος ώστε ο μαθητής να κατανοεί το περιβάλλον του. Συμβάλλει στη διεύρυνση και εμβάθυνση της γνωστικής του προοπτικής κατά ένα ιδιαίτερο τρόπο, που συνεισφέρει στη συνολική του ανάπτυξη ως προσώπου, και επίσης είναι δυνατόν να διδάσκεται με τρόπους που διασφαλίζουν τη κατανόησή του από το μαθητή και τον ενθαρρύνουν να συμμετέχει ενεργά και κριτικά στο μάθημα (Διδακτική των Θρησκευτικών, Βασιλόπουλος Χρ., εκδ. Κυριακίδη, Θεσ/νικη, 2002). Ασφαλώς, το σχολικό θρησκευτικό μάθημα για να χαρακτηρίζεται ως μορφωτικό αγαθό πρέπει να πληροί τις προαναφερθείσες προϋποθέσεις σε όσο γίνεται μεγαλύτερο βαθμό και να ανταποκρίνεται στις προκλήσεις του σήμερα, όπως άλλωστε πρέπει να συμβαίνει και με τα άλλα μαθήματα. Τα τελευταία χρόνια το θρησκευτικό μάθημα έχει κάνει πολλές προόδους, έχει βελτιώσει πολύ το περιεχόμενό του, τις μεθόδους διδασκαλίας του (χρήση υπολογιστή, αξιοποίηση internet, κλπ), έχει έλθει - όπως και η επιστήμη της Θεολογίας - πολύ πιο κοντά στη κοινωνία και τις ανάγκες της. Υπάρχει - και πρέπει να παραμείνει χωρίς «εκπτώσεις» - στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου ως μορφωτικό αγαθό ιδιαίτερης παιδευτικής αξίας, που – ειδικά στους ταραγμένους καιρούς που βιώνουμε - το’ χουν ανάγκη, για τη ψυχική τους ωφέλεια, οι μαθητές μας, τα παιδιά μας.


* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος – θεολόγος ΑΠΘ, καθηγητής Β/βάθμιας εκπ/σης (Γ/σιο – Λύκειο) Αρμενίου, Γεν. Γραμματέας της Ενωσης Θεολόγων ν. Λάρισας.

* Α
ρθρο στην "Ελευθερία" της Κυριακής (3/8/2008, σελ. 11)