Σάββατο 3 Απριλίου 2010

"Ανάστασις! Ανάστασις!.."


Του Χάρη Ανδρεόπουλου*

Ξημέρωσε Πασχαλιά! Άλλη μέρα βρε παιδί μου! Αμ’ αυτή η Μεγάλη Παρασκευή, το βράδυ, με την πένθιμη μουσική της στρατιωτικής μπάντας να συνοδεύει τον Επιτάφιο, σου πιάνεται η καρδιά… Η λέξη «πένθιμη» που μήνες ψάχνει υπόσταση βρίσκει κάθε χρονιά την δικαίωση της στην Μεγάλη Παρασκευή. Κι’ αυτό το πένθιμο τροπάρι: «Η ζωή εν τάφω κατετέθης, Χριστέ, και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σήν...», …κόμπος στο λαιμό. Ομορφη και γλυκιά, προχθές, Μεγαλοπαρασκευή το βράδυ, η νύχτα στη Λάρισα, αλλά οι ψυχές συννεφιασμένες. «Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;». Χαρμολύπη.

Χθες, Μεγαλοσάββατο, βράδυ, πάντως, ξαναβρήκαμε τη χαρά μας, το χαμόγελό μας, ήρθε η Ανάσταση! Τι χαρμόσυνος παιάνας! «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατω πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος…». Και δώστου τσούγκρισμα κόκκινων αυγών (που τά’ χαμε φυλαγμένα στη τσέπη) και δώστου αγκαλιές, και δώστου φιλιά – το έθιμον βλέπεις κι’ η παράδοση: «Χριστός Ανέστη!», «Αληθώς Ανέστη!». Ολο το εκκλησίασμα μια οικογένεια, μια μεγάλη οικογένεια, ένα «σώμα», το «σώμα του Χριστού» » που λέει κι΄ ο Απόστολος Παύλος, αυτό το «σώμα» που συγκροτεί στη γλώσσα της χριστιανικής θεολογίας την Εκκλησία μας (A’ Koρ. 12, 27). Πανηγύρι πραγματικό, με χιλιάδες χαμόγελα, μέσα κι’ έξω απ’ το ναό, αναστάσιμα χαμόγελα, χαμόγελα λουσμένα στο αναστάσιμο φως από τις χιλιάδες λαμπάδες που λαμπυρίζουν φως πασχαλινό, σε μια έκταση χαράς και αγάπης. «Λαμπρυνθώμεν τη πανηγύρει, και αλλήλους περιπτυξώμεθα. Είπωμεν, αδελφοί, και τοις μισούσιν ημάς. Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει…», κατά πως μας προστάζει κι’ η υμνωδία.

Απαράμιλλο θεωρούσε το πανηγύρι αυτό της Ανάστασης κι’ ο Κωστής Παλαμάς, περιγράφοντας, στα μέσα του περασμένου αιώνα, πασχαλινή του ανάμνηση. Γράφει ο μέγας ποιητής και πεζογράφος: «Ποτέ δεν είχα παρασταθεί σε τέτοιο πανηγύρι, σαν την λειτουργία της Λαμπρής. Τίποτα από τα συνηθισμένα τυπικά. Ο κόσμος πυκνότατος, αστράφτοντας μέσα στα γιορτερά του, η ώρα, με τα πρώτα της αυγής θαμποχαράματα, το φέγγος από τις λαμπάδες, το φως, το ανέσπερο, που η λάμψη του δεν μοιάζει με κανέν’ από τα φώτα των άλλων ημερών και γιορτών, καθώς τα κόκκινα αυγά, που ξεχωρίζει ως και η ουσία τους από τα άλλα τα πεζά της καθημερινής ζωής τ’ αυγά, οι δέησες, οι ψαλμοί, από τα τροπάρια των παπάδων ίσα με τα παγκάρια των επιτρόπων, όλα λαμπριάτικα εκεί μέσα λαμπριάτικα φορούσανε και της ψυχής μου, καθώς ήτανε και το κορμί μου λαμπροφορεμένο.

Όμως ο,τι ξεχωριστά με χαροποιούσεν ήταν η μεγαλόστομη πανηγυρική από το στόμα του λειτουργού, μέσ’ από την Ωραία Πύλη του ιερού ευχή· λυρικό συγχωροχάρτι, επί δικαίους και αμαρτωλούς, για την χάρη και την χαρά της Ανάστασης: «Αναστάσεως ημέρα και λαμπρυνθώμεν». Καλοί, κακοί, ευλογημένοι. «Βάλτε να φάτε, φέρτε να πιούμε. Μακαρισμένοι και κολασμένοι, αδέρφια όλοι εμπάτ’ ελεύθεροι στην χαρά του Κυρίου, και μ’ εκείνην ευφρανθείτε». Έτσι τα εξηγούσα τα λόγια του παπά, τα εξαγγελμένα από τα ύψη της Ωραίας Πύλης. Χριστός ανέστη. Φιληθείτε. Μέσα στα βάθη της καρδιάς μου η δίψα ενός φιλιού, μαζί και αχώριστα μυστηριακού και σαρκικού, κρατιόνταν, αχόρταστη, άσβεστη...».
Σε κάτι τέτοιες στιγμές μέσα στη πανηγυρική ατμόσφαιρα της γιορτής του Πάσχα, πάντα μου έρχεται στο νού κι’ ο επίκαιρος λόγος του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ως ιδιαίτερος τρόπος ευχαριστίας, μια άλλη έκφραση δοξολογίας και ύμνου προς τον «αίτιον» της πανηγύρεως। Μου αρέσει το ύφος του κυρ - Αλέξανδρου γιατί ολόκληρο το έργο του χαρακτηρίζεται από μια βαθιά ελπίδα και παρηγοριά, η οποία εμφανίζεται ως μήνυμα αναστάσιμο στα πασχαλινά του διηγήματα. Στα περισσότερα από αυτά η νύχτα της Αναστάσεως αντανακλά ένα ιλαρό ασυνήθιστο φως και μια άφατη χαρά. Η εκκλησιαστική εμπειρία εκφράζεται, εσχατολογικά, ως πρόγευση της αιώνιας ευφροσύνης και ως ανταύγεια του άχρονου φωτός, που εκ τάφου σωματικώς επέλαμψε, όπως, π॥χ στο διήγημα «Ο Λαμπριάτικος ψάλτης»: «…Αι δύο γυναίκες ήρχισαν να αναζωπυρώσι τα φυτίλια, να ρίπτωσιν έλαιον εις τας κανδήλας και να κάμνωσιν εγκαρδίους σταυρούς. Ησθάνοντο ανέκφραστον χαράν και γλύκαν εις τα σωθικά των. Ήτον Ανάστασις. Ανάστασις! Το πρόσωπον του Δεσπότου Χριστού έλαμπε με άγιον φως, δεξιά της Ιεράς Πύλης. Η μορφή της Δεσποίνης Θεοτόκου ήστραπτεν εξ αφάτου χαράς αριστερόθεν, κρατούσης το θείον βρέφος της. Η όψις του τιμίου Προδρόμου, με έναν βόστρυχον της κόμης φρίττοντα προς τα άνω, εσελαγίζετο εκ μυστικής ευφροσύνης παραπλεύρως εκείνου ού την φρικτήν κεφαλήν ηξιώθη να χειροθετήση. Και ο ηγαπημένος μαθητής ήτο ακόμη εκεί και συνέχαιρεν επί τη Αναστάσει…».
Μέρα «λαμπρή», λοιπόν, η σημερινή, μέρα αγάπης, όπως μας την περιέγραψαν ο Παλαμάς κι’ ο Παπαδιαμάντης, αλλά και μέρα ελπίδας, όπως μας τονίζει και ένας από τους μεγαλυτέρους χριστιανούς θεολόγους και στοχαστές του 5ου αιώνα, ο Αγ. Αυγουστίνος, επίσκοπος Ιππώνος, λέγοντάς μας: «Resurrectio Domini, spes nοstra», δηλαδή «Η Ανάσταση του Κυρίου είναι η ελπίδα μας». Για να το καταλάβουμε, να το νιώσουμε αρκεί να αφήσουμε να μπεί λίγο φως Χριστού στη καρδιά μας. Χριστός Ανέστη! Χρόνια Πολλά!

* O Χάρης Ανδρεόπουλος είναι δημοσιογράφος - θεολόγος (xaan@theo.auth.gr), συνεργάτης του «Amen.gr» και καθηγητής Β/θμιας εκπ/σης (Γυμνάσιο Αρμενίου Ν. Λάρισας). To άρθρο δημοσιεύεται στην κυριακάτικη «Ελευθερία» της Λάρισας (Κυριακή του Πάσχα, 4/4/2010, σελ. 15, http://www.eleftheria.gr/viewarticle.asp?aid=17843&pid=19&CategoryID=19) και στο "Amen.gr": http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=2070